↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αμεσοδημοκρατικός η αμεσοδημοκρατική το αμεσοδημοκρατικό
      γενική του αμεσοδημοκρατικού της αμεσοδημοκρατικής του αμεσοδημοκρατικού
    αιτιατική τον αμεσοδημοκρατικό την αμεσοδημοκρατική το αμεσοδημοκρατικό
     κλητική αμεσοδημοκρατικέ αμεσοδημοκρατική αμεσοδημοκρατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αμεσοδημοκρατικοί οι αμεσοδημοκρατικές τα αμεσοδημοκρατικά
      γενική των αμεσοδημοκρατικών των αμεσοδημοκρατικών των αμεσοδημοκρατικών
    αιτιατική τους αμεσοδημοκρατικούς τις αμεσοδημοκρατικές τα αμεσοδημοκρατικά
     κλητική αμεσοδημοκρατικοί αμεσοδημοκρατικές αμεσοδημοκρατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αμεσοδημοκρατικός < αμεσοδημοκρατ(ία) + -ικός

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.me.so.ði.mo.kɾa.tiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐με‐σο‐δη‐μο‐κρα‐τι‐κός

  Επίθετο

επεξεργασία

αμεσοδημοκρατικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr