Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αμαζόνειος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αμαζόνει
ος
η
αμαζόνει
α
το
αμαζόνει
ο
γενική
του
αμαζόνει
ου
της
αμαζόνει
ας
του
αμαζόνει
ου
αιτιατική
τον
αμαζόνει
ο
την
αμαζόνει
α
το
αμαζόνει
ο
κλητική
αμαζόνει
ε
αμαζόνει
α
αμαζόνει
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αμαζόνει
οι
οι
αμαζόνει
ες
τα
αμαζόνει
α
γενική
των
αμαζόνει
ων
των
αμαζόνει
ων
των
αμαζόνει
ων
αιτιατική
τους
αμαζόνει
ους
τις
αμαζόνει
ες
τα
αμαζόνει
α
κλητική
αμαζόνει
οι
αμαζόνει
ες
αμαζόνει
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Επίθετο
επεξεργασία
αμαζόνειος
άλλη γραφή του
αμαζόνιος