• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αλκοολικότητα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αλκοολικότητα οι αλκοολικότητες
      γενική της αλκοολικότητας των αλκοολικοτήτων
    αιτιατική την αλκοολικότητα τις αλκοολικότητες
     κλητική αλκοολικότητα αλκοολικότητες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αλκοολικότητα < αλκοολικ(ός) + -ότητα, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική alcoholicity

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /al.ko.o.liˈko.ti.ta/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αλκοολικότητα θηλυκό

  • (χημεία) η περιεκτικότητα ενός υγρού σε αλκοόλ, σε οινόπνευμα

Συγγενικά

επεξεργασία
  • αλκοολικός
  • → και δείτε τη λέξη αλκοόλ

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αλκοολικότητα
  • αγγλικά : alcoholicity (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αλκοολικότητα&oldid=7113637"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 19:31

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 19:31.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας