• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ακρυλικό

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ουσιαστικό
      • 1.1.1 Μεταφράσεις
    • 1.2 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ακρυλικό τα ακρυλικά
      γενική του ακρυλικού των ακρυλικών
    αιτιατική το ακρυλικό τα ακρυλικά
     κλητική ακρυλικό ακρυλικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ακρυλικό ουδέτερο

  • που παράγεται από ακρυλικό οξύ (χημική οργανική ένωση ακόρεστων οξέων)

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ακρυλικό
  • αγγλικά : acrylic (en), acrylate (en)
  • γαλλικά : acrylique (fr)
  • ιταλικά : acrilico (it)

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

ακρυλικό

  • αιτιατική ενικού του ακρυλικός
  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του ακρυλικός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ακρυλικό&oldid=5449933"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 12:30
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 12:30.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie