• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ακοολογικός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ακοολογικός η ακοολογική το ακοολογικό
      γενική του ακοολογικού της ακοολογικής του ακοολογικού
    αιτιατική τον ακοολογικό την ακοολογική το ακοολογικό
     κλητική ακοολογικέ ακοολογική ακοολογικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ακοολογικοί οι ακοολογικές τα ακοολογικά
      γενική των ακοολογικών των ακοολογικών των ακοολογικών
    αιτιατική τους ακοολογικούς τις ακοολογικές τα ακοολογικά
     κλητική ακοολογικοί ακοολογικές ακοολογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
ακοολογικός < ακοολογ(ία) + -ικός

Επίθετο

επεξεργασία

ακοολογικός, -ή, -ό

  • (ιατρική) σχετικός με την ακοολογία

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ακοολογικός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ακοολογικός&oldid=5659166"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Φεβρουαρίου 2023, στις 22:14

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Φεβρουαρίου 2023, στις 22:14.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας