Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αιμοληψία
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Προφορά
1.3.1
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό
επεκτείνοντάς την
!
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αιμοληψί
α
οι
αιμοληψί
ες
γενική
της
αιμοληψί
ας
των
αιμοληψι
ών
αιτιατική
την
αιμοληψί
α
τις
αιμοληψί
ες
κλητική
αιμοληψί
α
αιμοληψί
ες
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
Επεξεργασία
αιμοληψία
<
αίμα
+
λήψις
<
λαμβάνω
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
αιμοληψία
θηλυκό
λήψη
αίματος από
μετάγγιση
λήψη αίματος για ιατρική
εξέταση
:
Προφορά
Επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
e.mo.liˈpsi.a
/
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
αιμοληψία
γαλλικά
:
prise de sang
(fr)