αγροταγορά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αγροταγορά < αγρότ(ης) + αγορά ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική farmer's market)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ɣɾo.ta.ɣoˈɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γρο‐τα‐γο‐ρά
Ουσιαστικό
επεξεργασίααγροταγορά θηλυκό
- (νεολογισμός) αγορά όπου οι αγρότες και οι παραγωγοί πωλούν τα προϊόντα τους απευθείας στους καταναλωτές
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αγροταγορά