↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αγγειονευρωτικό οίδημα τα αγγειονευρωτικά οιδήματα
      γενική του αγγειονευρωτικού οιδήματος των αγγειονευρωτικών οιδημάτων
    αιτιατική το αγγειονευρωτικό οίδημα τα αγγειονευρωτικά οιδήματα
     κλητική αγγειονευρωτικό οίδημα αγγειονευρωτικά οιδήματα
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αγγειονευρωτικό οίδημα < → δείτε τις λέξεις αγγειονευρωτικός και οίδημα• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /aŋ.ɟi.o.ne.vɾo.tiˈko ˈi.ði.ma/

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

αγγειονευρωτικό οίδημα ουδέτερο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία