Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αγαθομούνης οι αγαθομούνηδες
      γενική του αγαθομούνη των αγαθομούνηδων
    αιτιατική τον αγαθομούνη τους αγαθομούνηδες
     κλητική αγαθομούνη αγαθομούνηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγαθομούνης < αγαθο- (αγαθός) + μουν(ί) + -ης ( για το θηλυκό)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ɣa.θoˈmu.nis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐γα‐θο‐μού‐νης

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αγαθομούνης (θηλυκό αγαθομούνα)

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. αγαθομούνης pdfΚάτος, Γιώργος Β. (2016) Λεξικό της λαϊκής και της περιθωριακής μας γλώσσας. Θεσσαλονίκη, 2016 στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας- Αναζήτηση:'αγαθομούνης'.