↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αβγοδάρτης οι αβγοδάρτες
      γενική του αβγοδάρτη των αβγοδαρτών
    αιτιατική τον αβγοδάρτη τους αβγοδάρτες
     κλητική αβγοδάρτη αβγοδάρτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Αβγοδάρτες

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αβγοδάρτης < αβγο- + δάρτης

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.vɣoˈðaɾ.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐βγο‐δάρ‐της

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αβγοδάρτης αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Σημείωση: Οι λέξεις όπως εμφανίζονται σε καταλόγους πωλήσεων, το 2018.

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • αβγοδάρτηςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)