Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /t͡sa.puɾˈɲo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τσα‐πουρ‐νιώ‐τισ‐σα

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τσαπουρνιώτης οι Τσαπουρνιώτες
      γενική του Τσαπουρνιώτη των Τσαπουρνιωτών
    αιτιατική τον Τσαπουρνιώτη τους Τσαπουρνιώτες
     κλητική Τσαπουρνιώτη Τσαπουρνιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Τσαπουρνιώτης < Τσαπουρν(ιά) + -ιώτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τσαπουρνιώτης αρσενικό (θηλυκό Τσαπουρνιώτισσα)

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τσαπουρνιώτης οι Τσαπουρνιώτηδες
      γενική του Τσαπουρνιώτη* των Τσαπουρνιώτηδων
    αιτιατική τον Τσαπουρνιώτη τους Τσαπουρνιώτηδες
     κλητική Τσαπουρνιώτη Τσαπουρνιώτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Τσαπουρνιώτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Τσαπουρνιώτης < πατριδωνυμικό Τσαπουρνιώτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τσαπουρνιώτης αρσενικό (θηλυκό Τσαπουρνιώτη ή Τσαπουρνιώτου)

Μεταγραφές επεξεργασία