Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Σούρμενα
      γενική των Σουρμένων
    αιτιατική τα Σούρμενα
     κλητική Σούρμενα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σούρμενα < ποντιακή • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈsuɾ.me.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σούρ‐με‐να

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σούρμενα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. πόλη του Πόντου
  2. συνοικία του Ελληνικού στην Αθήνα
  3. οικισμός στο Κιλκίς

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία