↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Σκάρφεια
      γενική της Σκάρφειας
    αιτιατική τη Σκάρφεια
     κλητική Σκάρφεια
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Σκάρφεια < ελληνιστική κοινή Σκάρφεια

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈskaɾ.fi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σκάρ‐φει‐α

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Σκάρφεια θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Σκάρφει
      γενική τῆς Σκαρφείᾱς
      δοτική τῇ Σκαρφεί
    αιτιατική τὴν Σκάρφειᾰν
     κλητική ! Σκάρφει
1η κλίση, Κατηγορία 'βοήθεια' όπως «βοήθεια» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Σκάρφεια < Σκάρφη• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Σκάρφεια θηλυκό, μόνο στον ενικό