Ροδοδάφνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ροδοδάφνη | οι | Ροδοδάφνες |
γενική | της | Ροδοδάφνης | των | Ροδοδαφνών |
αιτιατική | τη | Ροδοδάφνη | τις | Ροδοδάφνες |
κλητική | Ροδοδάφνη | Ροδοδάφνες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ροδοδάφνη < ροδοδάφνη
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɾo.ðoˈðaf.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ρο‐δο‐δάφ‐νη
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΡοδοδάφνη θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ροδοδάφνη στη Βικιπαίδεια