Περγασή
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Περγασή | ||
γενική | της | Περγασής | ||
αιτιατική | την | Περγασή | ||
κλητική | Περγασή | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Περγασή < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Περγασή
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /peɾ.ɣaˈsi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Περ‐γα‐σή
Κύριο όνομα επεξεργασία
Περγασή θηλυκό, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Περγασή στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Περγασή | αἱ | Περγασαί |
γενική | τῆς | Περγασῆς | τῶν | Περγασῶν |
δοτική | τῇ | Περγασῇ | ταῖς | Περγασαῖς |
αιτιατική | τὴν | Περγασήν | τὰς | Περγασᾱ́ς |
κλητική ὦ! | Περγασή | Περγασαί | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Περγασᾱ́ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Περγασαῖν | ||
1η κλίση, Κατηγορία 'ψυχή' όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Περγασή < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Περγασή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Περγασή - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Περγασή - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.