Παρούτογλου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | 2ος πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|---|
κοινού γένους | αρσενικό | κοινού γένους | ||||
ονομαστική | ο/η | Παρούτογλου | οι | Παρούτογλοι & Παρουτογλαίοι |
οι | Παρούτογλου |
γενική | του/της | Παρούτογλου | των | Παρούτογλων & Παρουτογλαίων |
των | Παρούτογλου |
αιτιατική | τον/την | Παρούτογλου | τους | Παρούτογλους & Παρουτογλαίους |
τους/τις | Παρούτογλου |
κλητική | Παρούτογλου | Παρούτογλοι & Παρουτογλαίοι |
Παρούτογλου | |||
Παραμένει άκλιτο. Το αρσενικό έχει επιπλέον κλιτές μορφές στον πληθυντικό. | ||||||
Ονοματεπώνυμα -Κατηγορία όπως «Καμπούρογλου» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Παρούτογλου < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /paˈɾu.to.ɣlu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐ρού‐το‐γλου
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠαρούτογλου αρσενικό ή θηλυκό