καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ Πήλιον τὰ Πήλια
      γενική τοῦ Πηλίου τῶν Πηλίων
      δοτική τῷ Πηλί τοῖς Πηλίοις
    αιτιατική τὸ Πήλιον τὰ Πήλια
     κλητική ! Πήλιον Πήλια
Συνήθως στον ενικό
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Πήλιον < → δείτε τη λέξη Πήλι

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈpi.li.on/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πή‐λι‐ον

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πήλιον ουδέτερο



↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική τὸ Πήλιον
      γενική τοῦ Πηλίου
      δοτική τῷ Πηλί
    αιτιατική τὸ Πήλιον
     κλητική ! Πήλιον
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Πήλιον < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πήλιον ουδέτερο, μόνο στον ενικό

Συγγενικά

επεξεργασία