Ντράφι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Ντράφι | τα | Ντράφια |
γενική | του | Ντραφιού | των | Ντραφιών |
αιτιατική | το | Ντράφι | τα | Ντράφια |
κλητική | Ντράφι | Ντράφια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ντράφι < αρβανίτικη traf < τράφος[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈdɾa.fi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ντρά‐φι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝτράφι ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Ντράφι στη Βικιπαίδεια