Νέα Χώρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Νέα Χώρα | οι | Νέες Χώρες |
γενική | της | Νέας Χώρας | των | Νέων Χωρών |
αιτιατική | τη | Νέα Χώρα | τις | Νέες Χώρες |
κλητική | Νέα Χώρα | Νέες Χώρες | ||
Το τοπωνύμιο, στον ενικό. Διαφορετική σημασία για τον πληθυντικό Νέες Χώρες. | ||||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΝέα Χώρα θηλυκό
- συνοικία των Χανίων
- → και δείτε τον πληθυντικό Νέες Χώρες με ειδική σημασία
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Νέα Χώρα
|