Μόδι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Μόδι | τα | Μόδια |
γενική | του | Μοδιού | των | Μοδιών |
αιτιατική | το | Μόδι | τα | Μόδια |
κλητική | Μόδι | Μόδια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μόδι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈmo.ði/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μό‐δι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜόδι ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Μόδι στη Βικιπαίδεια