Μανιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /maˈɲo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐νιώ‐της
Ετυμολογία 1
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μανιώτης | οι | Μανιώτες |
γενική | του | Μανιώτη | των | Μανιωτών |
αιτιατική | τον | Μανιώτη | τους | Μανιώτες |
κλητική | Μανιώτη | Μανιώτες | ||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κύριο όνομα 1
επεξεργασίαΜανιώτης αρσενικό (θηλυκό Μανιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό, παρωχημένο) αυτός που είναι κάτοικος ή κατάγεται από τη Μάνη, ο Μανιάτης
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Μανιώτης
→ δείτε τη λέξη Μανιάτης |
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μανιώτης | οι | Μανιώτηδες |
γενική | του | Μανιώτη* | των | Μανιώτηδων |
αιτιατική | τον | Μανιώτη | τους | Μανιώτηδες |
κλητική | Μανιώτη | Μανιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μανιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Μανιώτης < πατριδωνυμικό Μανιώτης[1]
Κύριο όνομα 2
επεξεργασίαΜανιώτης αρσενικό (θηλυκό Μανιώτη ή Μανιώτου)
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Γιώργος Μανιώτης στη Βικιπαίδεια (γενν. 1951), Έλληνας θεατρικός συγγραφέας
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Βλ. στον τόμο: Φαίδων Κ. Μπουμπουλίδης και Μαρίας Γ. Νυσταζοπούλου (επιμ.), Πρακτικά Τρίτου Πανιονίου Συνεδρίου, 23-29 Σεπτεμβρίου 1965, Εκατονταετηρίς Ενώσεως Επτανήσου, τόμ. Α΄ (Αθήνα, 1967),σ. 22: «Συχνά το εθνικόν Μανιάτης γίνεται επώνυμον εις την νήσον υπό τον τύπον Μανιάτης, Μανιώτης και Μαϊνώτης».
Πηγές
επεξεργασία- Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]