Μαλάκης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μαλάκης < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική مالاق (malak, νεαρό βουβάλι) + -ης[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /maˈla.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐λά‐κης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜαλάκης αρσενικό (θηλυκό Μαλάκη)
Συγγενικά
επεξεργασία- μαλάκι (ιδιωματικό στη Θράκη)
επώνυμα:
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑010‑3. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 70.
Πηγές
επεξεργασία- Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]
- Μαλάκης σελ.104 - Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.