Μαλακούδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μαλακούδης < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική مالاق (malak, νεαρό βουβάλι) + -ούδης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜαλακούδης αρσενικό (θηλυκό Μαλακούδη)
Συγγενικά
επεξεργασίαεπώνυμα:
Μεταγραφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Μαλακούδης σελ.104 - Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.