Μακαρόνας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μακαρόνας < μακαρόνια + -ς[1] (ο μακαρονάς), ή απλοποιημένη γραφή του επωνύμου Μακαρώνας (ο τόπος των μακαρίων· από το Μακάριος / μακάριος)[2]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ma.kaˈɾo.nas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐κα‐ρό‐νας
- ομόηχο: Μακαρώνας
- τονικά παρώνυμα: Μακαρονάς, μακαρονάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜακαρόνας αρσενικό (θηλυκό Μακαρόνα)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Χαράλαμπος Μακαρόνας στη Βικιπαίδεια (1905-1977), ήταν Έλληνας αρχαιολόγος
επώνυμα:
Μεταγραφές
επεξεργασία- ↑ Βλ. Νέα Εστία, τόμ. 65 (1959), σ. 296.
- ↑ Βλ. Αδαμάντιος Κρασσαδάκης, Γλωσσολογία (Γενική) (Αθήνα, 1987), σ. 90.