• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Κως

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : Κῶς, κῶς

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Κύριο όνομα
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.2 Δείτε επίσης
      • 1.3.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Κως
      γενική της Κω
    αιτιατική την Κω
     κλητική Κω
Επίσης, η Κω, της Κως
Αρχαία κλητική, ὦ Κῶς
Κατηγορία όπως «άλως» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

Κως < αρχαία ελληνική Κῶς

  ΠροφοράΕπεξεργασία

  (βοήθεια·αρχείο)

  Κύριο όνομαΕπεξεργασία

Κως θηλυκό

  • νησί της Δωδεκανήσου

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • κώος
  • Κώος
  • Κώτης
  • κώτικος

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • Κως στη Βικιπαίδεια  

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    Κως
  • αγγλικά : Kos (en)
  • γαλλικά : Cos (fr)
  • ιταλικά : Coo (it)
  • πολωνικά : Kos (pl)
  • πορτογαλικά : Cós (pt)
  • ρωσικά : Кос (ru) (Kos)
  • τουρκικά : İstanköy (tr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Κως&oldid=5486539"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 13:55
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 13:55.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie