Ετυμολογία

επεξεργασία
İstanköy < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική استانكوی (istanköy) < (άμεσο δάνειο) μεσαιωνική ελληνική εἰς τήν Κῶν. Σχηματισμός της λέξης κατ' αναλογία με τη δημιουργία άλλων λέξεων τουρκικών πόλεων όπως İstanbul.[1][2][3]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

İstanköy (tr)

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Κως - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
  2. Κως - Μπαμπινιώτης Γεώργιος, (2022). Λεξικό κυρίων ονομάτων (Α΄ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας Ι.Κ.Ε.
  3. σελ. 88 - J.W. Redhouse, A Turkish and English Lexicon. Shewing in English: The Significations of the Turkish Terms [Τουρκικό (οθωμανικό) και αγγλικό λεξικό] (Κωνσταντινούπολη: Printed for the American Mission by A.H. Boyajian, 1884) (ανατύπωση: Βηρυτός: Librairie du Liban, 1974 & 1987).