Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Κωνσταντοπούλειο τα Κωνσταντοπούλεια
      γενική του Κωνσταντοπούλειου
Κωνσταντοπουλείου
των Κωνσταντοπούλειων
Κωνσταντοπουλείων
    αιτιατική το Κωνσταντοπούλειο τα Κωνσταντοπούλεια
     κλητική Κωνσταντοπούλειο Κωνσταντοπούλεια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κωνσταντοπούλειο < από το επώνυμο του δωρητή Κωνσταντόπουλ(ος) + -ειο

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kon.stan.doˈpu.li.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κων‐στα‐ντο‐πού‐λει‐ο

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κωνσταντοπούλειο ουδέτερο

  1. (επωνυμία) ονομασία νοσοκομείου της Αθήνας, στη Νέα Ιωνία
  2. (επωνυμία) ονομασία γηροκομείου στην Πάτρα

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία