Κωνσταντόπουλος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κωνσταντόπουλος | οι | Κωνσταντόπουλοι & Κωνσταντοπουλαίοι1 |
γενική | του | Κωνσταντόπουλου & Κωνσταντοπούλου |
των | Κωνσταντόπουλων2 & Κωνσταντοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Κωνσταντόπουλο | τους | Κωνσταντόπουλους3 & Κωνσταντοπουλαίους |
κλητική | Κωνσταντόπουλε | Κωνσταντόπουλοι & Κωνσταντοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Κωνσταντοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Κωνσταντοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κωνσταντόπουλος < Κωνσταντ(ής) + -όπουλος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kon.stanˈdo.pu.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κων‐στα‐ντό‐που‐λος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κωνσταντόπουλος αρσενικό (θηλυκό Κωνσταντοπούλου)