Δείτε επίσης: κριμπάτσι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Κριμπάτσι τα Κριμπάτσια
      γενική του Κριμπατσίου των Κριμπατσίων
    αιτιατική το Κριμπάτσι τα Κριμπάτσια
     κλητική Κριμπάτσι Κριμπάτσια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κριμπάτσι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kɾiˈba.t͡si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κρι‐μπά‐τσι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κριμπάτσι ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α179, 30 Αυγούστου 1927