Δείτε επίσης: κριμπάτσι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Κριμπάτσι τα Κριμπάτσια
      γενική του Κριμπατσίου των Κριμπατσίων
    αιτιατική το Κριμπάτσι τα Κριμπάτσια
     κλητική Κριμπάτσι Κριμπάτσια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κριμπάτσι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kɾiˈba.t͡si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κρι‐μπά‐τσι

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κριμπάτσι ουδέτερο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. ΦΕΚ Α179, 30 Αυγούστου 1927