Κουρβίνο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Κουρβίνο | τα | Κουρβίνα |
γενική | του | Κουρβίνου | των | Κουρβίνων |
αιτιατική | το | Κουρβίνο | τα | Κουρβίνα |
κλητική | Κουρβίνο | Κουρβίνα | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κουρβίνο < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kuɾˈvi.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κουρ‐βί‐νο
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουρβίνο ουδέτερο
- (παρωχημένο) οικισμός της Εύβοιας, πρώην ονομασία της Ελαίας[1]