Κατσιμίδι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Κατσιμίδι | τα | Κατσιμίδια |
γενική | του | Κατσιμιδιού & Κατσιμιδίου |
των | Κατσιμιδιών & Κατσιμιδίων |
αιτιατική | το | Κατσιμίδι | τα | Κατσιμίδια |
κλητική | Κατσιμίδι | Κατσιμίδια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κατσιμίδι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ka.t͡siˈmi.ði/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐τσι‐μί‐δι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚατσιμίδι ουδέτερο
- κορυφή βουνού και οικισμός της Αττικής, στην ανατολική πλευρά της Πάρνηθας