Δείτε επίσης: Κατσιμίδι, Κατσιμίδη

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Κατσιμήδι τα Κατσιμήδια
      γενική του Κατσιμηδιού
Κατσιμηδίου
των Κατσιμηδιών
Κατσιμηδίων
    αιτιατική το Κατσιμήδι τα Κατσιμήδια
     κλητική Κατσιμήδι Κατσιμήδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κατσιμήδι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.t͡siˈmi.ði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κα‐τσι‐μή‐δι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κατσιμήδι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Άτλας της Ελλάδος, Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, 1965, σελ. 6 του pdf