Θεσπιαί
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|---|
σπάνιος ενικός | επίσης | |||||
ονομαστική | ἡ | Θεσπιᾱ́ | Θέσπιᾰ & Θέσπεια |
αἱ | Θεσπιαί | |
γενική | τῆς | Θεσπιᾶς | Θεσπίᾱς | τῶν | Θεσπιῶν | |
δοτική | τῇ | Θεσπιᾷ | Θεσπίᾳ | ταῖς | Θεσπιαῖς | |
αιτιατική | τὴν | Θεσπιᾱ́ν | Θεσπίᾰν | τὰς | Θεσπιᾱ́ς | |
κλητική ὦ! | Θεσπιᾱ́ | Θέσπιᾰ | Θεσπιαί | |||
Σπάνιος ενικός, και δεύτερος κατά την κλίση «βοήθεια». | ||||||
1η κλίση, Κατηγορία 'στρατιά' όπως «στρατιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Θεσπιαί < το όνομα του μυθικού ιδρυτή της πόλης Θέσπι(ος) + -αί < θέσπιος < → δείτε τη λέξη θεσπέσιος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΘεσπιαί θηλυκό στον πληθυντικό (σπάνιος ενικός Θεσπιά ή Θέσπια)
Άλλες μορφές
επεξεργασίασπάνιοι τύποι ενικού:
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη θεσπέσιος
Πηγές
επεξεργασία- Θεσπιαί - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.