Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Θεσπιάς αἱ Θεσπιάδες
      γενική τῆς Θεσπιάδος τῶν Θεσπιάδων
      δοτική τῇ Θεσπιάδ ταῖς Θεσπιάσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν Θεσπιάδ τὰς Θεσπιάδᾰς
     κλητική ! Θεσπιάς Θεσπιάδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Θεσπιάδε
γεν-δοτ τοῖν  Θεσπιάδοιν
Με βραχύ άλφα στο θέμα -άς, -άδος.
3η κλίση, Κατηγορία 'δεκάς' όπως «δεκάς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Θεσπιάς < Θεσπιαί + -άς

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Θεσπιάς θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Θεσπιάς θηλυκό

  Αναφορές επεξεργασία