Ζαρακιώτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /za.ɾaˈco.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζα‐ρα‐κιώ‐της
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαρακιώτης αρσενικό (θηλυκό Ζαρακιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από τους Ζάρακες ή κατοικεί εκεί
Συγγενικά επεξεργασία
- Ζάρακες
- Ζαρακιώτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ζαρακιώτης
|
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ζαρακιώτης | οι | Ζαρακιώτηδες |
γενική | του | Ζαρακιώτη* | των | Ζαρακιώτηδων |
αιτιατική | τον | Ζαρακιώτη | τους | Ζαρακιώτηδες |
κλητική | Ζαρακιώτη | Ζαρακιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Ζαρακιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Ζαρακιώτης < πατριδωνυμικό Ζαρακιώτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαρακιώτης αρσενικό (θηλυκό Ζαρακιώτη ή Ζαρακιώτου)