Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Δερελί τα Δερελιά
      γενική του Δερελιού των Δερελιών
    αιτιατική το Δερελί τα Δερελιά
     κλητική Δερελί Δερελιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Δερελί < τουρκική • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ðe.ɾeˈli/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δε‐ρε‐λί

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Δερελί ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α 306, 22 Δεκεμβρίου 1927 (λήψη αρχείου PDF)
  2. ΦΕΚ Α 193, 20 Σεπτεμβρίου 1928 (λήψη αρχείου PDF)