Γουβιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɣuˈvʝo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γου‐βιώ‐της
Ετυμολογία 1
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΓουβιώτης αρσενικό (θηλυκό Γουβιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από οικισμό με το όνομα Γούβα ή Γούβες ή κατοικεί εκεί
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Γουβιώτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Γουβιώτης | οι | Γουβιώτηδες |
γενική | του | Γουβιώτη* | των | Γουβιώτηδων |
αιτιατική | τον | Γουβιώτη | τους | Γουβιώτηδες |
κλητική | Γουβιώτη | Γουβιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Γουβιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Γουβιώτης < πατριδωνυμικό Γουβιώτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓουβιώτης αρσενικό (θηλυκό Γουβιώτη ή Γουβιώτου)