Δείτε επίσης: βουτσάς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βουτσάς οι Βουτσάδες
      γενική του Βουτσά των Βουτσάδων
    αιτιατική τον Βουτσά τους Βουτσάδες
     κλητική Βουτσά Βουτσάδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /vuˈt͡sas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βου‐τσάς

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Βουτσάς < επάγγελμα βουτσάς (βαρελάς)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βουτσάς αρσενικό (θηλυκό Βουτσά)

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Βουτσάς < → δείτε τη λέξη Βουτζάς, τουρκική buca, Buca λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βουτσάς αρσενικό

  1. τοπωνύμιο
  2. μονή στην Ήπειρο

Δείτε επίσης

επεξεργασία