Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vaˈsi.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βα‐σί‐λη

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Βασίλη αρσενικό

Άλλες μορφές επεξεργασία

λογιότερες:



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Βασίλη αρσενικό



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
βᾰσῐλα-
ονομαστική Βασίλη αἱ Βασίλαι
      γενική τῆς Βασίλης τῶν Βασιλῶν
      δοτική τῇ Βασίλ ταῖς Βασίλαις
    αιτιατική τὴν Βασίλην τὰς Βασίλᾱς
     κλητική ! Βασίλη Βασίλαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Βασίλ
γεν-δοτ τοῖν  Βασίλαιν
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βασίλη < άλλη μορφή του βασίλεια

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βασίλη, -ης θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

ονόματα:

→ και δείτε τη λέξη Βασίλειος

  Πηγές επεξεργασία