Βαργιανίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /vaɾ.ʝaˈni.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βαρ‐για‐νί‐της
Ετυμολογία 1
επεξεργασία- Βαργιανίτης < Βάργιαν(η) + -ίτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒαργιανίτης αρσενικό (θηλυκό Βαργιανίτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από τη Βάργιανη ή κατοικεί εκεί
Συγγενικά
επεξεργασία- Βάργιανη
- Βαργιανίτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Βαργιανίτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Βαργιανίτης | οι | Βαργιανίτηδες |
γενική | του | Βαργιανίτη* | των | Βαργιανίτηδων |
αιτιατική | τον | Βαργιανίτη | τους | Βαργιανίτηδες |
κλητική | Βαργιανίτη | Βαργιανίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Βαργιανίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Βαργιανίτης < πατριδωνυμικό Βαργιανίτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒαργιανίτης αρσενικό (θηλυκό Βαργιανίτη ή Βαργιανίτου)