Βίταλο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Βίταλο | ||
γενική | του | Βιτάλου & Βίταλου | ||
αιτιατική | το | Βίταλο | ||
κλητική | Βίταλο | |||
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βίταλο < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈvi.ta.lo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βί‐τα‐λο
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒίταλο ουδέτερο, μόνο στον ενικό
- (παρωχημένο) χωριό της Εύβοιας, άλλη μορφή του Βίταλα[1]