Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.ɾoˈɲa.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐ρω‐νιά‐δα

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αρωνιάδα οι Αρωνιάδες
      γενική της Αρωνιάδας των Αρωνιάδων
    αιτιατική την Αρωνιάδα τις Αρωνιάδες
     κλητική Αρωνιάδα Αρωνιάδες
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Αρωνιάδα < επώνυμο Αρών(ης) + -άδα[1]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αρωνιάδα θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Αρωνιάδα < γενική ενικού του αρσενικού Αρωνιάδας

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αρωνιάδα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

επεξεργασία

Αρωνιάδα αρσενικό

  Αναφορές

επεξεργασία