Αρχαγγελίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- Αρχαγγελίτης < Αρχάγγελ(ος) + -ίτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑρχαγγελίτης αρσενικό (θηλυκό Αρχαγγελίτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από τον Αρχάγγελο ή κατοικεί εκεί
Μεταφράσεις
επεξεργασία Αρχαγγελίτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αρχαγγελίτης | οι | Αρχαγγελίτηδες |
γενική | του | Αρχαγγελίτη* | των | Αρχαγγελίτηδων |
αιτιατική | τον | Αρχαγγελίτη | τους | Αρχαγγελίτηδες |
κλητική | Αρχαγγελίτη | Αρχαγγελίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αρχαγγελίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Αρχαγγελίτης < πατριδωνυμικό Αρχαγγελίτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑρχαγγελίτης αρσενικό (θηλυκό Αρχαγγελίτη ή Αρχαγγελίτου)