Αρχάγγελος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αρχάγγελος | οι | Αρχάγγελοι |
γενική | του | Αρχάγγελου & Αρχαγγέλου |
των | Αρχάγγελων & Αρχαγγέλων |
αιτιατική | τον | Αρχάγγελο | τους | Αρχάγγελους & Αρχαγγέλους |
κλητική | Αρχάγγελε | Αρχάγγελοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αρχάγγελος < αρχάγγελος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑρχάγγελος αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- γνωστό λιμάνι και περιφέρεια της Ρωσίας στην Ευρώπη, στον αρκτικό κύκλο
- (θρησκεία) → δείτε τη λέξη αρχάγγελος
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Αρχάγγελος