Ανδριώτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /an.ðɾiˈo.tis/ & /anˈðɾʝo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αν‐δρι‐ώ‐της
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ανδριώτης αρσενικό (θηλυκό Ανδριώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που είναι κάτοικος ή κατάγεται από την Άνδρο
Άλλες μορφές επεξεργασία
- Αντριώτης (λαϊκό)
Συγγενικά επεξεργασία
- Άνδρος
- ανδριώτικος
- Ανδριώτης (επώνυμο)
- Αντριώτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ανδριώτης
|
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ανδριώτης | οι | Ανδριώτηδες |
γενική | του | Ανδριώτη* | των | Ανδριώτηδων |
αιτιατική | τον | Ανδριώτη | τους | Ανδριώτηδες |
κλητική | Ανδριώτη | Ανδριώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Ανδριώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Ανδριώτης < πατριδωνυμικό Ανδριώτης
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /an.ðɾiˈo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αν‐δρι‐ώ‐της
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ανδριώτης αρσενικό (θηλυκό Ανδριώτη ή Ανδριώτου)
Συγγενικά επεξεργασία
- Αντριώτης (επώνυμο, σπάνιο)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Νικόλαος Ανδριώτης στη Βικιπαίδεια (1906-1976), Έλληνας γλωσσολόγος και πανεπιστημιακός