saxum
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- saxum < πρωτοϊταλική *saksom
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈsak.sum/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : sa‐xum
Ουσιαστικό
επεξεργασίαsaxum (la) ουδέτερο
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | saxum | saxa |
γενική | saxī | saxōrum |
δοτική | saxō | saxīs |
αιτιατική | saxum | saxa |
κλητική | saxum | saxa |
αφαιρετική | saxō | saxīs |
Πηγές
επεξεργασία- saxum - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.