polo
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
polo (fr) αρσενικό
Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | polo | poloj |
αιτιατική | polon | polojn |
polo (eo)
Ισπανικά (es)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
polo | polos |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
polo (es) αρσενικό
Ιταλικά (it)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
polo | poli |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
polo (it) αρσενικό
Πορτογαλικά (pt)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
polo | polos |
polo (pt) αρσενικό
ΣυγχώνευσηΕπεξεργασία
polo (pt)
- (παρωχημένο) από τον, από το