παραθετικά
θετικός important
συγκριτικός more important
υπερθετικός most important

  Επίθετο

επεξεργασία

important (en)

  • σημαντικός, σπουδαίος
    ⮡  nothing important - τίποτα το σημαντικό
    ⮡  an important speech - σημαντικός λόγος
    ⮡  one of the most important factors - ένας από τους πιο σπουδαίους παράγοντες
    ⮡  We made important decisions.
    Πήραμε σημαντικές/σπουδαίες αποφάσεις.
    ⮡  The important thing is to figure out where he went.
    Το σημαντικό είναι να μάθουμε που πήγε.
    ⮡  Your happiness is important to me.
    Η ευτυχία σου είναι κάτι το σημαντικό για μένα.

Συνώνυμα

επεξεργασία



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
important importants

important (fr)