funus
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- funus < → λείπει η ετυμολογία. Ίσως από το αρχαία ελληνική φόνος ή φοινός
Ουσιαστικό
επεξεργασίαfunus (la) ουδέτερο γ' κλίσεως
Συγγενικά
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | funus | funeră |
γενική | funeris | funerum |
δοτική | funerī | funerĭbus |
αιτιατική | funus | funeră |
κλητική | funus | funeră |
αφαιρετική | funere | funerĭbus |