cuppa
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
cuppa | cuppas |
Ετυμολογία
επεξεργασία- cuppa < παραφθορά της φράσης «cup of» (εννοείται: tea (τσάι) ή coffee (καφές)).[1] (μαρτυρείται από το 1934)[1][2]
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαcuppa (en)
- (βρετανικά αγγλικά, ανεπίσημο, προφορικό) το φλιτζάνι (τσαγιού)
- ⮡ I'm not feeling well, so I'll make myself a cuppa [tea].
- Δεν αισθάνομαι καλά, οπότε θα φτιάξω για μένα ένα φλιτζάνι [τσαγιού].
- ⮡ I'm not feeling well, so I'll make myself a cuppa [tea].
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΠολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- cuppa - Cambridge Dictionary online
- cuppa - Oxford Learner's Dictionaries
- cuppa - Dictionary.com. Λήμματα από διάφορα λεξικά για την αγγλική γλώσσα. © 2019 Dictionary.com, LLC
- Longman Dictionary of Contemporary English [Λεξικό Longman της σύγχρονης αγγλικής], Έσσεξ: Pearson Education, 6η έκδοση, 2014 (1η έκδοση 1978). ISBN 978-1-4479-5420-0.
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- cuppa < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *keup- (κοιλότητα)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcuppa θηλυκό
- υστερολατινική άλλη γραφή του cupa
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | cuppa | cuppae |
γενική | cuppae | cuppārum |
δοτική | cuppae | cuppīs |
αιτιατική | cuppam | cuppās |
κλητική | cuppa | cuppae |
αφαιρετική | cuppā | cuppīs |