ενικός         πληθυντικός  
cuppa cuppas

  Ετυμολογία

επεξεργασία
cuppa < παραφθορά της φράσης «cup of» (εννοείται: tea (τσάι) ή coffee (καφές)).[1] (μαρτυρείται από το 1934)[1][2]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈkʌp.ə/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

cuppa (en)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 cuppa - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
  2. cuppa - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
cuppa < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *keup- (κοιλότητα)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

cuppa θηλυκό

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική cuppa cuppae
γενική cuppae cuppārum
δοτική cuppae cuppīs
αιτιατική cuppam cuppās
κλητική cuppa cuppae
αφαιρετική cuppā cuppīs
(α' κλίση)